Η σημασία της ποιότητας του νερού άρδευσης στις δενδρώδεις καλλιέργειες

 

Οι ανάγκες των δέντρων σε νερό εξαρτώνται από διάφορους παράγοντες όπως η ηλικία, εποχή, θερμοκρασία περιβάλλοντος κ.α και εκφράζεται με έναν συντελεστή που υπολογίζεται από το απαιτούμενο νερό για την παραγωγή μιας μονάδας ξηράς ουσίας.

Το νερό παρέχεται στο έδαφος από τις βροχοπτώσεις, το λιώσιμο του χιονιού και με τις αρδεύσεις. Οι απαιτήσεις των δέντρων σε νερό διαφέρουν από είδος σε είδος και από ποικιλία σε ποικιλία, επίσης διαφέρουν από τόπο σε τόπο και αυτό εξαρτάται από τις εκάστοτε εδαφοκλιματικές συνθήκες του κάθε τόπου. Όταν οι βροχοπτώσεις δεν καλύπτουν τις απαιτήσεις των δέντρων, τότε αυτές καλύπτονται και ικανοποιούνται με τις αρδεύσεις.


Είχα αναφέρει σε άρθρο μου που αναρτήθηκε στο Αγροτών Ανάγνωσμα  στις 24/02/2018 με τιτλοφόρηση  Ποιότητα νερού άρδευσης, γενικές ορολογίες που υποκρύπτονται πίσω από αυτήν την ορολογία, την ποιότητα στο νερό άρδευσης. Στο σημερινό μου άρθρο, θα  συγκεκριμενοποιηθεί και θα μελετηθεί με χαρακτηριστική ανάλυση, η σημασία της ποιότητας του νερού άρδευσης στις δενδρώδεις καλλιέργειες.

Η σημασία της ποιότητας του νερού άρδευσης στις δενδρώδεις καλλιέργειες 

Το νερό που αντλείται και χρησιμοποιείται συνήθως για άρδευση περιέχει άλατα ασβεστίου, μαγνησίου, βορίου, χλωρίου και νατρίου. Η ολική συγκέντρωση των αλάτων, που εκφράζεται με την ηλεκτρική αγωγιμότητα, καθορίζει την οσμωτική πίεση που εξασκούν τα άλατα αυτά στο ριζικό σύστημα των δέντρων καθώς και αν το νερό είναι κατάλληλο ή όχι για την διαδικασία της άρδευσης.

Νερό κατάλληλο για άρδευση θεωρείται εκείνο που η ποιότητά του εμπίπτει σε μία από τις 3 πρώτες κατηγορίες όπως φαίνονται στον παρακάτω πίνακα 1.

Πίνακας 1

Τα μικρού βάθους φρεάτια νερά και τα νερά γεωτρήσεων βαθιάς προέλευσης διαφέρουν μεταξύ τους και ως προς τις ολικές και ως προς τις επί μέρους συγκεντρώσεις αλάτων. Γενικά στα νερά περιέχονται σε μεγάλες συγκεντρώσεις τα κατιόντα Ca++, Mg++, Fe++, Na++, K++ και σε ιχνοστοιχειακές συγκεντρώσεις συναντάμε τα Cu++, Cr+++, Zn++, Hg+, Ag+, Pb++, Co+++. Από τα ανιόντα περιέχονται σε μεγάλες συγκεντρώσεις τα Cl-, SΟ4--, HCO3-, CO3-- και σε ιχνοστοιχειακές συγκεντρώσεις τα F-, Br-, J-, PO4H2-, NO3-, NO2- κλπ. 

Ένα νερό που περιέχει Ca = 80, Mg = 35, B = 25 ppm και έχει μια ηλεκτρική αγωγιμότητα περί τα 600 - 700 μmhos/cm ( 25 βαθμοί Κελσίου ) θεωρείται συνηθισμένο ελληνικό νερό και σχετικά καλής ποιότητας.

Όταν το νερό περιέχει μεγάλες ποσότητες νατρίου ( Na ), τότε το νερό θεωρείται ακατάλληλο για πότισμα γιατί το Na διασπείρει τα κολλοειδή των εδαφών, επιφέρει διόγκωση τους και έτσι αυξάνει το ιξώδες. Τα εδάφη γίνονται συνεκτικά, σκληρά, μη διαπερατά με κακή κυκλοφορία του νερού και του αέρα με αποτέλεσμα να σημειώνονται φαινόμενα σήψης στο ριζικό σύστημα των φυτών

Το νερό αποτελεί το μεγαλύτερο ποσοστό του βάρους των φυτικών ιστών ( καρποί = 88%φύλλα = 60%νέοι βλαστοί = 50%ρίζες = 70% ), αποτελεί τον διαλύτη και φορέα των θρεπτικών στοιχείων, διατηρεί τα κύτταρα σε σπαργή, βοηθάει την κυττταροδιαίρεση και κρατά το στόματα των φύλλων ανοιχτά. 'Όταν δεν υπάρχει νερό, τα στόματα κλείνουν, σταματά η φωτοσύνθεση, επέρχεται η μάρανση και αν συνεχισθεί η παρατεταμένη έλλειψη νερού, τότε επέρχεται η ξήρανση και ο θάνατος του φυτού.
Εξαιτίας της μεγάλης σημασίας του νερού τόσο για την επιβίωση αλλά και για την ικανοποιητική απόδοση των δέντρων,  απαραίτητη προϋπόθεση εγκατάστασης ενός οπωρώνα αποτελεί η εξεύρεση νερού εφόσον οι βροχοπτώσεις δεν εξασφαλίζουν την απαραίτητη ποσότητα. Επίσης, θα πρέπει να καταβάλλεται κάθε προσπάθεια μείωσης της κατανάλωσης του νερού όπου υπάρχει πρόβλημα και αυτό συνήθως επιτυγχάνεται με την λελογισμένη άρδευση αλλά ταυτόχρονα και με την καταστροφή των ζιζανίων. 

Μεταξύ των οπωροφόρων δέντρων υπάρχουν μεγάλες διαφορές όσον αφορά την αντοχή τους, τόσο στην ανεπάρκεια υγρασίας όσο και στην υπερβολική υγρασία. Για παράδειγμα, η ελιά και η συκιά αντέχουν στην ξηρασία αλλά δεν ανέχονται την υπερβολική υγρασία στο έδαφος ενώ άλλα οπωροφόρα συμπεριφέρονται ακριβώς αντίθετα από τα προηγούμενα παραδείγματα όπως π.χ η δαμασκηνιά.

Όλα τα δέντρα, ακόμα και αυτά που αντέχουν στην ξηρασία, αποδίδουν καλά όταν αρδεύονται σωστά. Οι ανάγκες των δέντρων σε νερό εξαρτώνται από διάφορους παράγοντες όπως η ηλικία, εποχή, θερμοκρασία περιβάλλοντος κ.α και εκφράζεται με έναν συντελεστή που υπολογίζεται από το απαιτούμενο νερό για την παραγωγή μιας μονάδας ξηράς ουσίας. Παρόλο που υπάρχουν μεγάλες διαφορές από τόπο σε τόπο και από είδος σε είδος, ένας συντελεστής της τάξης του 500 ( 500 κιλά νερού/κιλό ξηράς ουσίας ), θεωρείται γενικά αποδεκτός. Ας θέσουμε ένα παράδειγμα, αν 1 στρέμμα ροδακινιάς παράγει 500 κιλά ξηράς ουσίας ανά έτος και για κάθε κιλό ξηράς ουσίας καταναλώνονται 500 κιλά νερού τότε ανά στρέμμα θα απαιτηθούν 500 * 500 = 250.000 κυβικά μέτρα νερού ή με άλλα λόγια 250 χιλιοστά βροχής ή αρδευτικού νερού. Εάν σε αυτήν την ποσότητα υπολογιστούν και οι ποσότητες νερού που χάνονται εξαιτίας της εξάτμισης, διήθησης κτλ. τότε προκύπτει η συνολική ποσότητα νερού που απαιτείται για 1 στρέμμα και για μία βλαστική περίοδο. Το ποσό συνήθως που απαιτείται για τα περισσότερα οπωροφόρα κυμαίνεται περίπου στα 750 χιλιοστά το έτος, ενώ μερικά απαιτούν περισσότερο ( ακτινίδια ) και άλλα λιγότερο ( αμυγδαλιά ).

Οι ανάγκες των δέντρων σε νερό εξαρτώνται από διάφορους παράγοντες όπως η ηλικία, εποχή, θερμοκρασία περιβάλλοντος κ.α και εκφράζεται με έναν συντελεστή που υπολογίζεται από το απαιτούμενο νερό για την παραγωγή μιας μονάδας ξηράς ουσίας.

Ο αριθμός των αρδεύσεων καθώς και η ποσότητα του νερού που χορηγείται ανά άρδευση εξαρτάται κυρίως από το έδαφος. Εάν το έδαφος του οπωρώνα είναι ελαφρύ ( προς το αμμώδες ) και στραγγίζει εύκολα και δεν έχει μεγάλη υδατοϊκανότητα, τότε συνιστάται να εφαρμόζονται συχνές αρδεύσεις αλλά με μικρή ποσότητα νερού ανά άρδευση. Διότι αν δώσουμε πολύ νερό, το επιπλέον νερό θα πάει χαμένο. Όταν το έδαφος είναι μέσης σύστασης ή προς βαρύ, τότε οι αρδεύσεις αραιώνουν αλλά η ποσότητα του νερού που εφαρμόζεται είναι μεγαλύτερη.

Παρακάτω γίνεται παράθεση χαρακτηριστικής συμπτωματολογίας που μπορούμε να συναντήσουμε στους καρπούς με αίτιο και  το νερό.

  1. Σχίσιμο των καρπών. Οι καρποί μερικών οπωροφόρων σχίζουν από διάφορες αιτίες. Προσβολή από μυκητολογικές ασθένειες ( φουζικλάδιο ), έλλειψη στοιχείων ( Βόριο ), καθώς και υπερβολική υγρασία στην ατμόσφαιρα ή στο έδαφος προκαλούν σχίσιμο των καρπών όπως των κερασιών, σύκων κλπ. Εάν κατά την ωρίμανση, τότε που ο καρπός είναι πλούσιος αρκετά σε σάκχαρα, βρέξει ή εφαρμοσθεί άρδευση μετά από παρατεταμένη ξηρασία τότε ο καρπός απορροφά υπερβολική ποσότητα νερού λόγω του οσμωτικού δυναμικού και επειδή ο φλοιός δεν μπορεί να ακολουθήσει ή να αντέξει στην πίεση αυτή που ασκείται επάνω του, σχίζεται.
  2. Χλώρωση λόγω υπερβολικής υγρασίας εδάφους. Συχνά στις αρχές καλοκαιριού παρατηρείται σε ορισμένα δέντρα πχ. ροδακινιά, μια γενική χλώρωση και αυτό συμβαίνει όταν παρατηρούνται παρατεταμένες βροχοπτώσεις. Το έδαφος πάσχει από έλλειψη αέρα, το ριζικό σύστημα ασφυκτιά και αδυνατεί να προσλάβει άζωτο ( N ) με αποτέλεσμα όλα αυτά να οδηγούν στην εμφάνιση αυτής της χλώρωσης. Επίσης, κάτω από αναερόβιες συνθήκες μπορεί να παρατηρηθεί και έλλειψη N λόγω αδυναμίας της μετατροπής του σε νιτρική μορφή από αμμωνιακή. Υπό συνθήκες υπερβολικής υγρασίας παρατηρείται έλλειψη σιδήρου ( Fe ), μαγγανίου ( Mn ) καθώς και άλλων στοιχείων.
  3. Κομμίωση. Στα πυρηνόκαρπα δέντρα παρατηρείται εκκροή κόμμης και αυτό μπορεί να οφείλεται είτε σε έλλειψη, είτε σε περίσσεια νερο
Πηγη giorgoskatsadonis.blogspot.com
Νεότερη Παλαιότερη
1231

نموذج الاتصال