Οι απειλές που δέχονται οι μέλισσες και ο άθλος του να είσαι μελισσοκόμος σήμερα.


 

Η μειωμένη παραγωγή, οι καιρικές συνθήκες που μπλοκάρουν την ανάπτυξη των μελισσών και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι παραγωγοί.

Η άνοιξη που φέτος θύμιζε περισσότερο φθινόπωρο, με συνεχείς βροχοπτώσεις και χαμηλές θερμοκρασίες, επηρέασε αρνητικά την παραγωγή μελιού στην Κεντρική Μακεδονία. 

Οι προκλήσεις για της μέλισσες και τη βιοποικιλότητα είναι πολλές. Η κλιματική αλλαγή, οι σύγχρονες μέθοδοι καλλιέργειας, η έλλειψη τροφής και η αλόγιστη χρήση φυτοφαρμάκων είναι μόνο κάποιοι από τους ανθρωπογενείς παράγοντες που συμβάλλουν στη μείωση του πληθυσμού των μελισσών παγκοσμίως.

Αυτές οι προκλήσεις αποτελούν μία μεγάλη απειλή όχι μόνο τις μέλισσες και τους άλλους επεικονιαστές αλλά και για την παραγωγή τροφής, την οικονομία και την σταθερότητα των οικοσυστημάτων.

Πολλοί αναρωτιούνται “μα καλά τι θα γίνει αν εξαφανιστούν οι μέλισσες; Θα εξαφανιστεί και το ανθρώπινο είδος;”. Η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα είναι πολύ πιο περίπλοκη. 

Τα πράγματα στη φύση αλληλοσυνδέονται και δεν μπορούμε να πούμε πως το ένα γεγονός έχει μόνο ένα πιθανό αποτέλεσμα. O κόσμος δεν γνωρίζει την συνεισφορά των μελισσών στα οικοσυστήματα και την οικονομία.  Οι μέλισσες και οι άλλοι επεικονιαστές , σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής συνεισφέρουν περίπου 15 δισεκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο στον τομέα της γεωργική παραγωγής. Χωρίς αυτές δεν θα υπήρχαν τα φρούτα και τα λαχανικά όπως τα ξέρουμε σήμερα.  Αλλά ούτε και τροφή για να ταΐζουμε τα ζώα στην κτηνοτροφία από τα οποία παράγεται το κρέας και τα γαλακτοκομικά προϊόντα.  Στις μέλισσες επίσης στηρίζονται και η βιομηχανία των βιοκαυσίμων, η φαρμακοβιομηχανία, οι κατασκευές αλλά και … η βιομηχανία της μόδας (γονιμοποιούν το βαμβάκι και το φυτό από το οποίο φτιάχνεται το λινό ύφασμα).

Όπως εξηγεί στη Parallaxi, ο πρόεδρος του Μελισσοκομικού Συλλόγου του νομού Θεσσαλονίκης Γιώργος Χίτογλου αυτό που τους επηρεάζει και τους ανησυχεί στο σήμερα είναι η ανάπτυξη των μελισσών λόγω των καιρικών συνθηκών που υπήρχαν όλο το προηγούμενο διάστημα.

«Είχαμε ένα άστατο φθινόπωρο και ήπιο χειμώνα. Αυτή δεν είναι η φυσιολογική ροή του μελισσιού, δεν έχει συνηθίσει σ’ αυτό. Μετά η άνοιξη είχε κρύο, βροχές, που όταν έχει ανά 3-4 μέρες νεροποντές σημαίνει πως ξεπλένει το λουλούδι και όταν ξεκινήσει να δίνει πάλι το νέκταρ και την γύρη στα μελίσσια, αυτό ξαναξεπλένεται λόγω βροχής. Αυτό είναι ένα πρόβλημα που αντιμετωπίσαμε θέμα λιμοκτονίας. Μαζί με τις αυξημένες πρώτες ύλες, αυτό είναι ένα σοβαρό ζήτημα. Αν η φύση δώσει νέκταρ είναι ό,τι καλύτερο και το μελίσσι δεν θα λιμοκτονήσει»

Έτσι για να αποφύγει ο μελισσοκόμος την κατάρρευση των μελισσών του πρέπει να προβεί σε τροφοδοσία. Όχι για να πάρει παραγωγή, όπως λανθασμένα νομίζουν αρκετοί, αλλά για να επιβιώσει το μελίσσι.

«Προ πολέμου οι τροφές που ήταν για τα μελίσσια κόστιζαν 0.80-0.90 λεπτά, τώρα έχουν πάει στο 1,50 και πιθανόν να αυξηθούν και άλλο. Μαζί με το πετρέλαιο που είναι η καλύτερη τροφή για τα μελίσσια. Τα φορτώνουμε σε μία περιοχή, “ταίζουμε” πετρέλαιο το φορτηγό, τελειώνει η περιοχή και πάμε αλλού. Μπορεί να κάνουμε μεταφορές όχι απαραίτητα για να πάρουμε μέλι αλλά για να αναπτυχθούν τα μελίσσια. Οπότε αυτό που ήταν μία συνηθισμένη πρακτική για την υγεία των μελισσών, ξαφνικά το πετρέλαιο πέρσι έφτασε στα 2 και κάτι ήταν έξοδο μεγάλο. Φέτος η κατάσταση είναι τζόκερ. Άμα η περιοχή δίνει νέκταρ και γύρη, τα μελίσσια αρχίσουν να αναπτύσσονται γιατί και άμα βρέξει ή κάνει κρύο, θα σταματήσει η ανθοφορία, θα μείνει ξεκρέμαστο από τροφή οπότε θα πρέπει να τα ταΐσουμε για να τα πάρουμε. Αυτό είναι ένα σημαντικό θέμα που το βλέπουμε ήδη από τώρα στην ανάπτυξη των μελισσών και στα πρώτα μέλια που θα παίρναμε στο τέλος της άνοιξης, αλλά θα το δούμε κυρίως στο τέλος, εκεί θα φανεί»

 Όπως αναλύει ο κ. Χίτογλου αυτό όλο που συμβαίνει είναι θέμα της φύσης και πρακτικά δεν μπορούν να το λύσουν μόνοι τους οι μελισσοκόμοι. Για εκείνον τον μεγάλο πρόβλημα είναι το γεγονός πως είναι η βιώσιμη η μελισσοκομία στην Ελλάδα για πολλούς και διάφορους λόγους, τους οποίος εξηγεί ενδελεχώς.

«Το μεγάλο θέμα είναι ότι δεν είναι βιώσιμη η μελισσοκομία για πολλούς λόγους. Πρώτον είναι ο αθέμιτος ανταγωνισμός από εμπόρους που κάνουν ελληνοποιήσεις. Φέτος ως φαίνεται μέχρι στιγμής, δεν θα είναι καλή χρονιά, συνεπώς αναμένουμε να πέσει πολύ η παραγωγή, που μαζί με τα αυξημένα κόστη συντελεί σε μία απόλυτα δικαιολογημένη δυσφορία στους μελισσοκόμους. Ο σύλλογός μας πρόσφατα ανέδειξε την επίσημη έκθεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη διακίνηση μελιού στα σύνορά της. Με λύπη διαπιστώνουμε ότι στους τρεις τυχαίους δειγματοληπτικούς ελέγχους που έκανε στα σύνορα της Ελλάδας βρήκε και τρεις εισαγωγές μη κανονικού μελιού. 

Σύνολο 700 τόνοι μελιού είναι αυτοί που ελέγχθηκαν και αναρωτιόμαστε πόσο άλλο νοθευμένο μέλι πέρασε στη χώρα μας. Στην οικονομική κρίση που βιώνουμε, καταλαβαίνουμε ότι ο καταναλωτής τείνει να προτιμά το φθηνό μέλι- πολλές φορές είναι και εξόφθαλμα φθηνό. Τέτοια μέλια σίγουρα δεν είναι ελληνικά. Είναι εισαγόμενα, προφανώς υποβαθμισμένα, που πληρούν (ελπίζουμε) τις ελάχιστες νόμιμες προδιαγραφές.».




«Το άλλο πόρισμα που έβγαλε η ΕΕ είναι ότι δεν υπάρχει νομοθεσία και δεν υπάρχει διάθεση να υπάρξει. Δεν έχουν νομοθετήσει τις μεθόδους ελέγχου του μελιού. Ενώ έχουμε στείλει επανειλημμένως και στο υπουργείο τεκμηριωμένες απαντήσεις για το πως μπορεί να υπάρξει νομοθεσία, απλώς θέλει μία υπογραφή, με επιστημονική μελέτη, με όλη την έρευνα, ό,τι πρέπει να γίνει νομοθεσία για την γυρεοσκοπική ανάλυση, που πολύ απλά βλέπουν από ποια περιοχή είναι το μέλι. Όμως, όλα αυτά δεν τα έχουν νομοθετήσει και δεν θέλουν γιατί κακά τα ψέματα οι μελισσοκόμοι στην Ελλάδα είναι 20-30 χιλιάδες. Δεν είμαστε δυνατή ομάδα, δεν είμαστε υπολογίσιμοι» Ο κ. Χίτογλου αναφέρει ότι πιο δύσκολα είναι για τους επαγγελματίες που εξαρτώνται από τους εμπόρους

 «Όταν κάποιος έχει 1.000-2.000 μελίσσια είναι ελάχιστοι, μετρημένοι στα δάχτυλα τους ενός χεριού, αυτοί που θα δώσουν λιανική. Όμως δεν μπορείς να την δώσεις λιανική την ποσότητα που θα παράγεις, επομένως μιλάμε για εμπόρους. Οπότε όταν θα πας στον έμπορο που θα προσπαθήσει να πουλήσει το μέλι του και αντί να πηγαίνεις ανάποδα όπως σ’ όλα τα προϊόντα, “έχω αυτό το προϊόν, το θέλεις; Αλλιώς πηγαίνω στον επόμενο”, αυτός που αγοράζει θα ορίζει και την τιμή του. Ιδίως και στους μελισσοκόμους, επαγγελματίες που συνδικαλίζονται με όλα τα κακώς κείμενα της μελισσοκομίας, σ’ αυτούς γίνεται η ζωή πιο δύσκολη. Είμαστε η χώρα με την μεγαλύτερη κατά κεφαλήν κατανάλωση μελιού, περίπου 1,7κιλά ανά κάτοικο. Αυτό θα έβγαζε ένα συμπέρασμα πως αυτός που παράγει το μέλι, θα ήταν μια δουλειά που θα είχε ένα καλό τρόπο ζωής, κάτι τέτοιο δεν ισχύει γιατί πολλοί τα παρατάνε. Δεν γίνεται σε μία αγορά που υπάρχει κατανάλωση, αυτός που παράγει να μην βγάζει χρήματα, όχι να είναι πλούσιος αλλά να αξίζει τον κόπο όλο η δουλειά» 

parallaximag.gr

Νεότερη Παλαιότερη
1231

نموذج الاتصال