Ο μύκητας του κυκλοκονίου είναι ευρέως διαδεδομένος μύκητας, ο οποίος ενδημεί και δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στους ελαιώνες όταν δεν αντιμετωπιστεί με τον σωστό τρόπο.
Η ασθένεια ξεκινά από μολύνσεις φύλλων συνήθως σε χαμηλά τμήματα των ελαιόδεντρων. Η μόλυνση δημιουργείται από φύλλα τα οποία βρίσκονται είτε σε προσβεβλημένα δένδρα, είτε πεσμένα στο έδαφος.
Ο μύκητας του κυκλοκονίου προκαλεί χαρακτηριστικές κηλίδες (κυκλικές, χαρακτηρίζονται «μάτι παγονιού» με διάμετρο 0,5 - 1 εκ. με σταχτί - καστανό χρώμα στο κέντρο που περιβάλλεται από καστανόμαυρη ζώνη και από μία δεύτερη ανοικτόχρωμη ή κίτρινη) στην επάνω επιφάνεια των φύλλων από τις οποίες εύκολα ταυτοποιείται η ύπαρξη της προσβολής και της ασθένειας.
Επίσης σε ισχυρές και εκτεταμένες προσβολές, προσβάλλονται και οι κλαδίσκοι, οι μίσχοι φύλλων, οι ποδίσκοι των ανθέων και οι ταξιανθίες. Όσο εξελίσσεται η ασθένεια, η προσβολή των φύλλων ακολουθείται από φυλλόπτωση και εάν δεν ληφθεί μέριμνα καταπολέμησης, στη συνέχεια η φυλλόπτωση ακολουθείται από την προκαλούμενη εξασθένηση των δέντρων και την διατάραξη της ισορροπίας μεταξύ βλάστησης και καρποφορίας.
Σε περιπτώσεις πιο έντονων προσβολών, η ασθένεια του κυκλοκόνιου μπορεί να οδηγήσει σε γενικευμένη φυλλόπτωση, προφανώς σε γενικευμένη ακαρπία, η οποία ενδεχομένως μπορεί να συνοδευθεί από την εμφάνιση λαίμαργων βλαστών κατά τη εξέλιξη της καλλιεργητικής περιόδου στις αρχές του καλοκαιριού. Μετά την άνοδο των θερμοκρασιών, η ασθένεια παύει να αποτελεί πρόβλημα στα ελαιόδεντρα.
Οι optimum θερμοκρασίες για την ανάπτυξη του μύκητα του κυκλοκονίου κυμαίνονται από 10 έως 20ο C ενώ οι ελαιώνες σε πεδινές και αρδευόμενες περιοχές και κυρίως μέρη με υψηλή υγρασία είναι πιο ευπρόσβλητες και εκεί πρέπει να λαμβάνονται εντατικότερα μέτρα καταπολέμησης.
Η εφαρμογή καλλιεργητικών μέτρων (ενδεδειγμένο κλάδεμα) που ευνοούν τον καλό αερισμό της κόμης συμβάλλει στην αντιμετώπιση του κυκλοκονίου. Όπως επίσης και η επαρκής διαβροχή του συνόλου της φυλλικής επιφάνειας των ελαιόδεντρων κατά τους ψεκασμούς συμβάλλει και επιτυγχάνει την αντιμετώπιση της ασθένειας. Στην ίδια κατεύθυνση συμβάλει δευτερευόντως και η ζιζανιοκτονία καθώς και κάθε άλλη ενέργεια, η οποία αποσκοπεί στον περιορισμό της υψηλής υγρασίας (δροσιά), η οποία ευνοεί την ασθένεια και προκαλεί αύξηση των μολύνσεων στα χαμηλά τμήματα των ελαιόδενδρων (ποδιές).
Αντιμετώπιση
# Σε περιοχές που οι συνθήκες ευνοούν την ανάπτυξη του μύκητα πρέπει να πραγματοποιείται ψεκασμός με χαλκούχα ή άλλα κατάλληλα σκευάσματα καθώς και ένας επαναληπτικός ψεκασμός μετά από 25 - 30 ημέρες, με καλή διαβροχή.
# Όταν εφαρμόζονται χαλκούχα σκευάσματα η ποσότητα του ψεκαστικού διαλύματος πρέπει να είναι 150 - 200 λίτρα/στρέμμα (ενδεικτικά σε ελαιόδεντρα ηλικίας 10 χρονών και πάνω). Τονίζεται ότι οι ψεκασμοί των χαλκούχων σκευασμάτων πρέπει να ολοκληρώνονται πριν την άνοδο της θερμοκρασίας, οπότε ενδεχομένως υφίσταται κίνδυνος εκδήλωσης συμπτωμάτων φυτοτοξικότητας.
# Οι ψεκασμοί κατά του κυκλοκόνιου με την χρήση χαλκούχων σκευασμάτων συμβάλλουν και στην καταπολέμηση της Καπνιάς (κυρίως: Capnodium olaeoprhilum) αλλά και στον περιορισμό της διάδοσης της Καρκίνωσης.